Τέλος στο σίριαλ με τα οικόπεδα στο Σειχ Σου, από το Συμβούλιο της Επικρατίας

Με πρόσφατες αποφάσεις του το Συμβούλιο της Επικρατείας θέτει τέρμα στις πολύχρονες προσπάθειες ιδιωτών να αλλάξουν το χαρακτήρα αναδασωτέων εκτάσεων του δάσους Σέιχ Σου και να χτίσουν μέσα στην έκταση των 30.000 στρεμμάτων.
Συγκεκριμένα, με τις αποφάσεις 3933 και 3934/2008 το ΣτΕ (Ε΄ τμήμα) και την απόρριψη των προσφυγών ιδιωτών, κλείνει οριστικά το ζήτημα της αλλαγής του χαρακτήρα των εκτάσεων του δάσους και δικαιώνει τις οικολογικές οργανώσεις της Θεσσαλονίκης. Το Σέιχ Σου είναι οριστικά πια κοινό συλλογικό αγαθό.
Αναλυτικά:
Οι εκτάσεις αυτές, που είχαν παραχωρηθεί το 1932 για αποκατάσταση προσφύγων ως συμπληρωματικός κλήρος, αρχικά από το Υπουργείο Γεωργίας διαχωρίστηκαν σε τεμάχια, πάνω σε έδαφος όμως που δεν είχε, κατά την παραχώρηση, γεωργικό χαρακτήρα, αλλά ήταν σύμφωνα με αποτύπωση του ίδιου Υπουργείου «χερσολίβαδο», με πιθανή αραιή δασική βλάστηση, αφού ήταν επί αιώνες βοσκότοπος που ανήκε στο Οθωμανικό κράτος και, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, περιήλθε στο ελληνικό Δημόσιο.
Μετά από τρία χρόνια από την προσωρινή παραχώρηση των εκτάσεων ο τότε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας το 1935, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, δηλ. για τη δημιουργία δάσους γύρω από την πόλη, κήρυξε ως αναδασωτέες εκτάσεις συνολικά 35.000 στρεμμάτων (στις οποίες περιλαμβάνονταν και τα πιο πάνω τεμάχια), πράξη που ισοδυναμούσε με ουσιαστική ανάκληση της παραχώρησης, χωρίς όμως η νομική αυτή μεταβολή να σημειωθεί στα κτηματολογικά γραφεία του Υπ. Γεωργίας, ίσως από σφάλμα των τοπικών υπηρεσιών.
Ο χαρακτήρας των εκτάσεων αυτών ως αναδασωτέων διήρκεσε από το 1935 μέχρι το 1973 (δηλ. επί 48 χρόνια), χωρίς να αλλάξει από τη Διοίκηση. Μάλιστα σε έγγραφα της Γενικής Δ/νσης Δασών του Υπ. Γεωργίας του 1969 αναφέρεται ότι όλες οι πιο πάνω εκτάσεις που κηρύχθηκαν αναδασωτέες το 1935 για τη δημιουργία του λεγόμενου από τότε Δάσους – Πάρκου, «ανέκαθεν διαχειρίζονται ως δημόσιες δασικές εκτάσεις».
Το 1973, ύστερα από σχετική τοπογραφική εργασία, όπου καταγράφηκαν με ακρίβεια όλες οι πιο πάνω εκτάσεις, έγινε νέα κήρυξη των ίδιων εκτάσεων ως αναδασωτέων (Γ.Δ.2193/1973 απόφαση του Νομάρχη Θεσ/νίκης) και με τον τρόπο αυτό εξειδικεύτηκαν τα όρια όλων των πιο πάνω τεμαχίων (αρχικά εποικιστικών εκτάσεων), ώστε να μην υπάρχει έκτοτε καμιά ασάφεια και αμφιβολία ως προς τις εκτάσεις που κηρύχθηκαν ως αναδασωτέες.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι εκτάσεις που κηρύχτηκαν αναδασωτέες είχαν τα χαρακτηριστικά που απαιτεί ο νόμος για το χαρακτηρισμό τους αυτό, δηλ. ήταν απόλυτα δασικά εδάφη, με προστατευτικό και υδρολογικό χαρακτήρα (προστασία της πόλης από πλημμύρες –συγκράτηση εδαφών κλπ και ενίσχυση του υδροφόρου ορίζοντα).
Ακολούθησε το 1979, ύστερα από αιτήματα των θιγόμενων από την αναδάσωση ιδιοκτητών των πιο πάνω τεμαχίων, μερική άρση της αναδάσωσης, με την απόφαση ΓΔ 1877/1979 του τότε Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία (απόφαση) ανακλήθηκε, ύστερα από την απόφαση 1157/1990 της τότε Νομάρχη Θεσσαλονίκης, για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Στη συνέχεια, πρέπει να αναφερθούν συνοπτικά οι αποφάσεις 3479/1997 και 3643/1999 του ΣτΕ, με τις οποίες επιβεβαιώθηκε ο δασικός (αναδασωτέος) χαρακτήρας των πιο πάνω εκτάσεων και η απαγόρευση της αλλαγής των χρήσεών τους. Οι αποφάσεις είναι σημαντικές και ακυρώνουν διοικητικές πράξεις, που συνηγορούσαν στην άρση μεγάλων αναδασωτέων εκτάσεων.
Μετά την πάροδο όμως τόσων ετών από την αρχική αναδάσωση και το δεδικασμένο που δημιούργησαν οι πιο πάνω δικαστικές αποφάσεις, θα περίμενε κανείς ότι οι πιο πάνω ιδιοκτήτες των εποικιστικής προέλευσης τεμαχίων που αναφέρθηκαν πιο πάνω, θα αρκούνταν στη διεκδίκηση αποζημίωσής τους για στέρηση της ωφέλειας από το βάρος της αναδάσωσης ή ύστερα από απαλλοτρίωση των εκτάσεων, που θα μπορούσε να προκληθεί με αίτησή τους στις αρμόδιες αρχές. Δεν ζήτησαν όμως καμιά τέτοια αποζημίωση, γιατί η θέληση τους ήταν η αξιοποίηση των εκτάσεων με τη δόμηση τους.
Μερικοί από τους ιδιοκτήτες των πιο εκτάσεων υποστήριξαν στη συνέχεια, με προσφυγές τους στο ΣτΕ, ότι η Διοίκηση δήθεν πλανήθηκε και κήρυξε ως αναδασωτέα εδάφη τα τεμάχια τους, ενώ αυτά -κατά τους ισχυρισμούς τους- ήταν ιδιωτικές εκτάσεις, που εξαιρούνταν από την αναδάσωση.
Επίσης, με τη συνηγορία δυστυχώς των τοπικών δασικών αρχών, (οι οποίες πρότειναν στον Γεν. Γραμ. της Περιφέρειας την άρση της αναδάσωσης ορισμένων ιδιωτικών εκτάσεων) επικαλέστηκαν τη διάταξη του νέου δασονόμου (άρθρ. 21 παρ. 2 του Ν. 3208/2003), που εξαιρούσε από την προστασία της δασικής νομοθεσίας τις εκτάσεις που ήταν «γεωργικά καλλιεργούμενες» και τις εκτάσεις που κρίθηκαν από τις δασικές Επιτροπές ως «μη δασικές».
Τέτοιες όμως εκτάσεις δεν είναι τα τεμάχια των πιο πάνω ιδιοκτητών, αφού αφενός μεν δεν ήταν «καλλιεργήσιμες δασικές εκτάσεις», όπως τις εννοεί ο νόμος και αφετέρου οι τυχόν αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, που έχουν εκδοθεί με το δασικό κτηματολόγιο, αφορούν ιδιοκτησιακά ζητήματα και όχι το δασικό χαρακτήρα των εκτάσεων.
Με την έκδοση των πιο πάνω αποφάσεων του ΣτΕ και την απόρριψη των προσφυγών κλείνει οριστικά το ζήτημα της αλλαγής του χαρακτήρα των εν λόγω εκτάσεων του δάσους και πρέπει να αντιληφθούν τόσο οι δασικές αρχές όσο και –κυρίως- οι ενδιαφερόμενοι ιδιοκτήτες και να το πάρουν απόφαση ότι δεν υπάρχουν περιθώρια πλέον για αμφισβήτηση του δάσους. Το Σέιχ Σου είναι οριστικά κοινό συλλογικό αγαθό των κατοίκων της πόλης και των γύρω οικισμών.
Ο μόνος δρόμος για όσους έχουν αναμφισβήτητες ιδιοκτησίες είναι η απαλλοτρίωση ή η ανταλλαγή με άλλες εκτάσεις εκτός του δάσους των 30.000 στρεμμάτων.

Σχόλια